Tης Σοφίας Εμμανουήλ (semmanouil@gmail.com)
Οι μάρκες μόδας, μεγάλες και μικρές, έχουν αναλάβει δημόσια φιλόδοξες δεσμεύσεις για τη δημιουργία πιο βιώσιμων ενδυμάτων έως το 2030 αλλά δεν συμβαδίζουν με τους στόχους, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, θέμα που αναμένεται να αναδειχθεί και στο συνέδριο της ΕΣΕΕ αυτές τις ημέρες.
Περίπου τα δύο τρίτα των εμπορικών σημάτων, σύμφωνα με μια νέα ανάλυση της McKinsey, υστερούν έναντι των δεσμεύσεων και των προγραμμάτων απανθρακοποίησης που υλοποιούν, με το 40% να παρατηρεί ότι η παραγωγή εκπομπών αυξάνεται από τότε που ανέλαβαν τις δεσμεύσεις τους για βιωσιμότητα.
Σήμερα, η παγκόσμια βιομηχανία μόδας αντιπροσωπεύει περίπου το 3% έως 8% των συνολικών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου (GHG) και οι εκπομπές της βιομηχανίας αναμένεται να αυξηθούν κατά περίπου 30% έως το 2030 εάν δεν ληφθούν περαιτέρω μέτρα. Επομένως υπάρχει μια επείγουσα ανάγκη για τη μόδα προκειμένου να μειώσει τις εκπομπές όσο το δυνατόν γρηγορότερα, καθώς αρκετές χώρες που επηρεάζονται περισσότερο από την κλιματική αλλαγή είναι κεντρικής σημασίας για την αλυσίδα αξίας της βιομηχανίας. Έντονα και συχνά φαινόμενα που σχετίζονται με τις καιρικές συνθήκες συμβαίνουν σε χώρες πρωτογενούς παραγωγής όπως το Μπαγκλαντές, η Κίνα, η Ινδία και το Βιετνάμ, οι οποίες εξάγουν ρούχα εκτιμώμενης αξίας 65 δισ. δολ..
Η επιτάχυνση της μείωσης του αποτυπώματος άνθρακα χωρίς να επηρεαστεί ο κλάδος είναι εφικτή σύμφωνα με τη μελέτη της McKinsey που δείχνει ότι οι περισσότερες μάρκες μόδας θα μπορούσαν να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά περισσότερο από 60% με κόστος λιγότερο από 1% 2% των εσόδων τους, χωρίς δράσεις όπως η μεταπώληση και η επισκευή ρούχων. Η ανάλυση διαπίστωσε ότι δύο στις πέντε μάρκες έχουν δει την ένταση των εκπομπών τους να αυξάνεται και μόνο το 37% είναι σε καλό δρόμο για να επιτύχουν τους στόχους τους για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές το 2030, υποθέτοντας ότι συνεχίζουν να μειώνουν την ένταση των εκπομπών τους με τους τρέχοντες ρυθμούς. Το υπόλοιπο 63% των εταιρειών θα χρειαστεί να επιταχύνουν τη δράση τους εάν θέλουν να επιτύχουν τους στόχους τους για το 2030. Το 23% θα χρειαστεί να αυξήσει την πρόοδό του έως και 10% ετησίως και το υπόλοιπο 40% χρειάζεται να αυξήσει την πρόοδό του κατά πάνω από 10%. Η ανάγκη για δράση είναι επείγουσα, καθώς σημαντικό ποσοστό εμπορικών σημάτων έχουν αυξήσει την ένταση των εκπομπών τους από τότε που ανέλαβαν τις δεσμεύσεις τους για τη βιωσιμότητα, ως αποτέλεσμα των προκλήσεων από τις διαταραχές στη ζήτηση και στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Οι αναλυτές εντοπίζουν έξι προκλήσεις που αν ξεπεραστούν, η βιομηχανία της μόδας θα σημειώσει μεγαλύτερη πρόοδο στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
-Διατήρηση της βιωσιμότητας ως βασικής προτεραιότητας ακόμη και σε δύσκολους καιρούς
-Ανάδειξη της βιωσιμότητας στο επίκεντρο της επιχειρηματικής δραστηριότητας
-Χάραξη της βέλτιστης πορείας για την απανθρακοποίηση με το μικρότερο δυνατό κόστος
-Διαφάνεια στην εφοδιαστική αλυσίδα για καλύτερη μέτρηση και μείωση των εκπομπών
-Έμφαση στην εφαρμογή των αλλαγών στην πράξη
-Συμμετοχή των προμηθευτών στις πρωτοβουλίες βιωσιμότητας
Σημειώνεται ότι η “πράσινη” βιομηχανία της μόδας αποτελεί μία από τις βασικές θεματικές της εφετινής διοργάνωσης του Future of Retail που θα πραγματοποιήσει η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ) υπό την αιγίδα του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του Elevate Greece. Το συνέδριο, που θα πραγματοποιηθεί στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων στις 5 και 6 Απριλίου, αποτελεί σύμφωνα με την ΕΣΕΕ έναν σημαντικό κρίκο στη συστηματική προσπάθειά της, με παρεμβάσεις προς την πολιτεία και ενημερωτικές δράσεις προς τα μέλη της, να συντονίσει τον βηματισμό των ελληνικών εμποριών επιχειρήσεων με τις σύγχρονες επιχειρηματικές και καταναλωτικές τάσεις στο πλαίσιο του ψηφιακού και πράσινου μετασχηματισμού της οικονομίας.